Showing posts with label καταναλωτισμός. Show all posts
Showing posts with label καταναλωτισμός. Show all posts

Sunday, June 22, 2008

Συλλαλητήριο κατά της ακρίβειας

...γιατί όχι και λιτανεία;


Βεβαίως δεν πρωτοτυπήσαμε, τουλάχιστον όχι εδώ. Τέτοιου είδους εκδηλώσεις έγιναν παντού στην Γηραιά Ήπειρο. Και δεν εξεπλάγην από την (κατά μαρτυρίες) ισχνή συμμετοχή. Το καπέλωμα τέτοιων κινήσεων είναι άλλωστε δεδομένο. Θες - δε θες, θα προσμετρηθείς στις "προοδευτικές δυνάμεις που σηκώνουν τη γροθιά τους στο κεφάλαιο", θα μπεις και εσύ "στο δρόμο που χάραξε η Ιρλανδία" κτλ. κτλ.

Αλλά και αν δεν φοβάσαι (ή δεν σε ενδιαφέρει, ή το τραβάει ο οργανισμός σου) το καπέλωμα, σε τέτοιου είδους εκδηλώσεις ενυπάρχει ένας απωθητικός παραλογισμός. Ένα άτοπο, παρόμοιο με αυτό του χωρικού που αγανακτισμένος κάποτε με τη χιονοθύελλα που έπληττε επί ώρες το χωριό του, σήκωσε την καραμπίνα του και πυροβολούσε βρίζοντας τον ουρανό.

Υπάρχει πάρτυ επιχειρηματικών συμφερόντων που προκαλεί και εκμεταλλεύεται το κύμα ανατιμήσεων ώστε να αποκομίσει υπερκέρδη; Πιθανότατα ναι. Σκανδαλίζει άλλωστε το γεγονός ότι το ίδιο ακριβώς προϊόν, της ίδιας ετικέττας, στην Ελλάδα μπορεί να πωλείται πολύ ακριβότερα απ' ότι σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Είναι όμως αυτό η κύρια πηγή του κακού; Εδώ στην Ελλάδα έχουμε την τάση να ερμηνεύουμε τις δυσάρεστες οικονομικές εξελίξεις με τρόπο που να εμπλέκει παραίτητα τα υπερκέρδη κάποιων "ολίγων" σε βάρος των υπολοίπων πολλών, του "λαού" που καταληστεύεται. Ερμηνεία που θα έκανε νύξη και για κέρδη ευρύτερων στρωμάτων του πληθυσμού σε βάρος των υπολοίπων είναι απαγορευμένη από την κυρίαρχη αριστερίζουσα ιδεολογία, η οποία θέλει απαραίτητα τα οικονομικά φαινόμενα να υπακούουν στα διαμορφωμένα της πρότυπα. Εν προκειμένω, αυτό των ελαχίστων ("κεφάλαιο") που απομυζούν τους πολλούς ("λαός").

Μία τέτοια ερμηνεία είναι λοιπόν απαγορευμένο να περιλάβει την ύπαρξη προστατευμένων επαγγελμάτων, η πελατεία και τα κέρδη των οποίων ορίζονται διά νόμων και οι ασκούντες τα οποία μπορούν να παραλύουν την Ελλάδα οψέποτε το επιθυμούν. Αλλά και για χάρη των οποίων η χώρα μας πληρώνει και θα εξακολουθεί να πληρώνει πρόστιμα.

Ούτε είναι βεβαίως δυνατόν σε μία τέτοια ερμηνεία να γίνεται αναφορά σε συνενοχή των πολιτών ως καταναλωτών στους ανατιμητικούς σπασμούς: οι καταναλωτές είναι εν δυνάμει ψηφοφόροι, και είναι "οι πολλοί", άρα "θύματα", ποτέ συνένοχοι.

Όλοι μιλούν για την "πληγή των μεσαζόντων", για τους οποίους προωτο-ακούσαμε πριν 26 χρόνια περίπου, την αλησμόνητη εποχή δόξης του Ανδρέα. Τότε είχαν οι παραγωγοί την ευκαιρία με τους συνεταιρισμούς να διαθέσουν το προϊόν τους στους καταναλωτές πιο άμεσα, με λιγότερες διαμεσολαβήσεις. Θα ήταν αυτό πνοή ζωής για τον παραγωγό και ίσως πιο συμφέρον και για τον καταναλωτή. Οι συνεταιρισμοί όμως έγιναν κέντρα απίστευτης ρεμούλας, οργιώδους κατασπατάλησης χρήματος, ασύλληπτης καταλήστευσης πλούτου. Χιλιάδες υπάλληλοι πλούτισαν, πήραν παχυλούς μισθούς, κάποιοι άνοιξαν παντοπωλεία τα ράφια των οποίων τροφοδοτούνταν δωρεάν και απ' ευθείας από τους γεωργικούς συνεταιρισμούς και μάλιστα με τη χρεωκοπία των τελευταίων συνταξιοδοτήθηκαν κιόλας, πήραν γενναίες αποζημιώσεις ή μετατέθηκαν για αργομισθία (κοινώς λούφα) σε άλλους τομείς της κρατικοποιημένης ελληνικής οικονομίας. Τώρα οι μεσάζοντες (όχι ένας, δύο ή τρεις αλλά εκατοντάδες ή χιλιάδες) αλωνίζουν. Ποιος μας φταίει;

Και μήπως ο πολίτης - "θύμα" δεν είναι αυτός που με την αγοραστική του δύναμη στηρίζει την κυκλοφορία προϊόντων που είναι 30 ή 40 ή 50% ακριβότερα από πρακτικώς ισοδύναμά τους; Ποιος αγοράζει μαργαρίνες με ειδικές ουσίες... προστατευτικές για την καρδιά; Ποιος πληρώνει ειδικούς τύπους γάλακτος, με πρόσθετα, σε τιμές πολύ πάνω από τα άλλα φρέσκα γάλατα (οι τιμές των οποίων είναι ήδη παραφουσκωμένες σε σχέση με άλλα ιδιωτικής ετικέττας); Ποιος αγοράζει τυριά με χαμηλότερα λιπαρά και υψηλότερες τιμές, αντί να φροντίζει να τρώει λιγότερο από το τυρί της σειράς; Ποιος αναζητεί με μανία στα ράφια των supermarkets παριζάκια με αγνό λάδι ελιάς; Ασφαλώς όχι λίγοι, και ασφαλέστατα (θα έχω δίκαιο να υποθέσω) οι περισσότεροι όχι πενόμενοι.

Υπάρχει αναμφισβήτητα μία ιδιομορφία της ελληνικής αγοράς (μικρή αγορά, λίγοι προμηθευτές κλτ.). Υπάρχει, πιστεύω, και ένα πρόβλημα "καταναλωτικής συνείδησης", με καταναλωτές που ανεξαρτήτως οικονομικής κατάστασης είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν "το καλύτερο", δηλ. το ακριβότερο και είναι ή δηλώνουν "υπεράνω τιμής". Είμαι διατεθειμένος να δεχθώ και άλλες ερμηνείες και νομίζω ότι το λεγόμενο "πρόβλημα της ακρίβειας" είναι πολυπαραγοντικό. Αλλά μέρος της παθογένειας είναι αναμφίβολα το πολύ μαύρο χρήμα που κυκλοφορεί στην Ελλάδα, χρήμα όχι συγκεντρωμένο στα χέρια των ολίγων αλλά διαχεόμενο σε ευρέα πληθυσμιακά στρώματα. Χρήμα που βρίσκεται (μεταξύ άλλων) και σε χέρια δημοσίων υπαλλήλων, υπαγομένων ασφαλώς και αυτών στην κατηγορία των δήθεν "ταλαίπωρων χαμηλόμισθων" για τους οποίους αγωνίζεται η ΑΔΕΔΥ, και οι οποίοι χάρις στην παράνομη συναλλαγή κάνουν κάθε μεσημέρι ταμείο από το (κατά τα άλλα δημόσιο) πόστο τους. Ειδάλλως, με την θεωρία του "εξαθλιωμένου από την ακρίβεια λαού του οποίου η αγοραστική δύναμη εξασθενεί μέρα με τη μέρα", πώς δικαιολογούνται οι (πολλές) αυτοκινητάρες που κυκλοφορούν σε Αθήνα και επαρχία, πώς χτίζονται τα (πολλά) εξοχικά, πώς δημιουργούνται οι προσωπικές περιουσίες με κάμποσα ακίνητα, πώς χρηματοδοτούνται οι διακοπές και οι αποδράσεις (σπάζοντας νέα ρεκόρ κάθε χρόνο, σε πείσμα της θρυλούμενης εξαθλίωσης); Και ποιοι συνεχίζουν να πληρώνουν την πανάκριβη διασκέδαση, οι ολίγοι προνομιούχοι του μεγάλου κεφαλαίου;

Θέλουμε - δεν θέλουμε, πρέπει να παραδεχθούμε ότι στην Ελλάδα έχουμε κάνει την επιλογή μας. Μεταξύ ενός φορολογικού συστήματος που θα συλλέγει πόρους και θα τους μετατρέπει σε παιδεία, υγεία, ουσιώδεις υπηρεσίες και έργα υποδομής και από την άλλη μεριά της ασυδοσίας, η οποία επιτρέπει την διασπάθιση πόρων, την απόκρυψη εισοδημάτων και την ανάλωση των κοινοτικών ενισχύσεων σε ανούσια έργα με σκοπό τον πλουτισμό ημετέρων και λοιπών επιτηδείων, έχουμε επιλέξει το δεύτερο. Χρήμα λοιπόν κυκλοφορεί πολύ, στα χέρια αν όχι των πολλών, τουλάχιστον όχι των ολίγων και είναι χρώματος μαύρου. Είναι χρήμα που τις περισσότερες φορές δεν έχει δουλευτεί και δεν έχει φορολογηθεί, και δοθέντος και του οίστρου ευδαιμονισμού που έχει κατακυριεύσει την ελληνική κοινωνία, ρίχνεται με ευκολία στην κατανάλωση (κατανάλωση ως επί το πλείστον είτε εισαγομένων προϊόντων είτε υπηρεσιών διασκέδασης) και συμμετέχει αποφασιστικά στο κύμα των ανατιμήσεων.

Thursday, February 07, 2008

Make love, no war



Σε αναζήτηση πεδίων βολής εκτός της επικράτειας βρίσκονται τα Ελληνικά Όπλα. Οι χώροι που περιβάλλουν τα ήδη υπάρχοντα πεδία βολής έχουν κατοικηθεί και πολίτες που έχουν εκεί την κύρια ή την εξοχική κατοικία τους δεν ανέχονται πλέον τις «οχλήσεις».

Προβληματισμοί εγείρονται και για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, επί των οποίων οι Έλληνες έχουν τελευταίως γίνει υπερευαίσθητοι. (Ως γνωστόν, τασσόμεθα άπαντες αναφανδόν υπέρ οικολογικών λύσεων, ιδιαιτέρως όταν η απαιτούμενη για την περιβαλλοντική διάσωση περιστολή δραστηριοτήτων δεν αφορά εμάς τους ίδιους – Αν βέβαια μας ζητηθεί να περιορίσουμε πχ. την χρήση του ΙΧ μας, εκεί αλλάζει το θέμα).

Είναι και ο αναπτυσσόμενος τουρισμός που παραβλάπτεται από την δραστηριότητα που αναπτύσσεται στα πεδία βολής: χάνουν εμπορικότητα τα ρεντρούμια, η χρυσοτόκος όρνιθα για πολλούς συμπολίτες μας. Και να μην ξεχάσουμε και το προφανές: αμαρτία απ' το Θεό, παιδιά, με τα «σιδερικά» σας και τα μπαμ-μπουμ διώχνετε και τις τουρίστριες...

Αναμφίβολα, κάποιες προτάσεις για επιλογή και οριοθέτηση νέων πεδιών βολής εντός ελληνικού εδάφους έχουν ανεπίσημα γίνει, αλλά ποιος τολμά να τις εισηγηθεί επισήμως; Μόλις διαφανεί μία τέτοια πρόθεση εσωτερικής μετεγκατάστασης, οι κάτοικοι των θιγομένων περιοχών θα αρχίσουν παραστάσεις στις Αρχές, αποκλεισμούς οδικών αρτηριών κτλ. κτλ. κτλ. Οπότε...

Στην Βουλγαρία λοιπόν. Δέχεται επ' αμοιβή (βλέπε εκδρομές-αστραπή...) τα «ερωτικά πυρά» της Βορείου Ελλάδος, αλλά σύντομα θα μπορούσε να υποδεχθεί αδιαμαρτύρητα και τα πολεμικά μας βόλια, βελτιώνοντας την ικανότητά μας να καταφέρουμε πλήγμα στον αντίπαλο, σε ενδεχόμενο πολεμικής σύρραξης. Θα κοστίσει βέβαια κάτι (μερικά εκατομμύρια €) παραπάνω, αλλά - τι διάβολο - θα τα πληρώσουμε εκ του περισσεύματος των δανείων μας... Μέσα στο πέλαγος των χρεών μας, ούτε που θα φανούν.


Μήπως (λέω τώρα...) να τους ζητούσαμε να πολεμήσουν κιόλας στη θέση μας, αν χρειαστεί; Καθ’ ότι εμείς είμεθα πλέον υπερβολικώς ευθραύστου ιδιοσυστασίας για τέτοια απάνθρωπα και προπαντός αντι-οικολογικά sports.

Κατανάλωση και ευζωία über alles.

Sunday, December 02, 2007

Κρίσιμες αποφάσεις



Με αφορμή την ανάρτηση του vasikos metoxos περί καταναλωτισμού, μια διαφήμιση που με εκνευρίζει απίστευτα, για την ευκολία με την οποία θεωρούν οι δημιουργοί της ότι μπορούν να μοχλεύσουν την βούληση των υποψηφίων αγοραστών.

Thursday, October 18, 2007

Εξηγήσεις

Οφείλω εξηγήσεις για την φράση «Οι Αμερικανοί νίκησαν» ή τον χαρακτηρισμό της Αγγλικής ως «γλώσσας των νικητών» στο προηγούμενο post. Ασφαλώς και δεν αναφέρομαι σε κάποιο πόλεμο (ασχέτως αν κάποιες επιμέρους και δευτερεύουσας σημασίας μάχες αυτής της «σύρραξης» δίνονται σε πραγματικά πεδία μαχών με αληθινά όπλα).

Αναφέρομαι στην σύγκρουση πολιτισμών, αντιλήψεων, αλλά και επιμέρους προτάσεων ζωής. Νομίζω ότι στην πραγματικότητα, από τη στιγμή που ξεχωρίσαμε από τα (άλλα) ζώα εξελίσσουμε ως είδος μία αντίληψη σε διάφορες παραλλαγές: Αναγνώριση του αυτοδικαίου χαρακτήρα της νομής αγαθών από το κάθε άτομο του είδους μας, συνδυασμένο με μετριασμό της αγριότητας με την οποία το άτομο επιδιώκει την απόκτηση και νομή αυτών, δημιουργία δηλ. κανόνων και κωδίκων που διέπουν αυτή τη διεκδίκηση μεταξύ ατόμων του ανθρώπινου είδους, πρόβλεψη ασφαλιστικών δικλείδων και θέσπιση διαιτητικών οργάνων. Πρόκειται για εξέλιξη των βιολογικών ροπών για επικράτηση. Απλώς, η πάλη για την ατομική κατίσχυση «εξανθρωπίζεται», μετριάζεται και εν τέλει χρησιμοποιείται για το «κοινό καλό», που είναι βέβαια το με ατομικά κριτήρια καλό των κατά το δυνατόν περισσοτέρων μεμονωμένων μονάδων.

Μεγάλες αλλαγές και επαναστάσεις (πχ. γαλλική, των μπολσεβίκων) πήγασαν από την καταστολή, ακύρωση αυτού του αυτονόητου δικαιώματος του ατόμου για αυτοπραγμάτωση. Όλο εν τέλει το πολιτισμικό οικοδόμημα (και όχι μόνον το δυτικό, αφού η ατομοκεντρική θεώρηση πηγάζει από την βιολογία μας, την φυσική μας νομοτέλεια) βασίζεται σε παραλλαγές αυτής της βασικής συνταγής. Οι κοινωνίες, τα κράτη, οι οργανισμοί συγκροτούνται όχι ως κίνηση ατόμων προς υπέρβαση της ατομικής τους φύσης, αλλά ως προσπάθειες διασφαλίσεως αυτής και των επιμέρους πτυχών και συστατικών της. Αυτή η ατομοκεντρική χρησιμοθηρία διαχέεται παντού: από τους νόμους και τα συντάγματα μέχρι την συντροφικότητα και τον έρωτα. Ενσαρκώνεται, δε, και συνοψίζεται στην εναργέστερη ίσως μορφή της στο «ιερό απόφθεγμα», το θέσφατο του σύγχρονου δυτικού τρόπου του συνυπάρχειν: «Οι αξιώσεις σου σταματούν εκεί που αρχίζουν τα δικαιώματα του άλλου» ή σε όποια άλλη παραλλαγή αυτό εκφέρεται. Πρόκειται για μία «χωροταξική» αντίληψη του υπάρχειν εν κοινωνία, η πεμπτουσία της οποίας είναι αναμφισβήτητα η διαρκής αναζήτηση επιμέρους βελτιώσεων στους κανόνες που ορίζουν τα όρια των επιμέρους μονάδων, σε αυτό το ιδιότυπο «παγκόσμιο κτηματολόγιο ατομικοτήτων». Η «οικοπεδοποίηση» εδώ δεν αμφισβητείται, ρυθμίζεται εν τούτοις κατά το δυνατόν πληρέστερα ο τρόπος ύψωσης των φρακτών στα σύνορα μεταξύ γειτονικών «ιδιοκτησιών».



Η εγωκεντρική χρησιμοθηρία είναι πανταχού παρούσα, απαραίτητο στοιχείο όλων των πτυχών της ζωής. Ακόμη και προϊόντα τεχνολογίας τόσο δημοφιλή και κοινά όσο ο υπολογιστής (και τόσο σημαντικά εργαλεία επικοινωνίας, άρα φορείς προϋποθέσεων για υπέρβαση του εγώ) διαμορφώνονται καίρια για να συντηρούν διογκωμένο το εγώ του ιδιοκτήτη τους. Κοιτάζεις την οθόνη του και αυτή σου ξεδιπλώνει το ηλεκτρονικό εγώ σου, την καθησυχαστική πιστοποίηση ότι και στον αχανή, ασαφή κόσμο της ρέουσας πληροφορίας κατέχεις κάτι με εγωτική αποκλειστικότητα: Μy documents, my pictures, my photos, my retrieved files, my digital editions, my playlists, my music, my videos. My, my, my... Κατάλογος μακρύς από “my”, όσο μακρύς χρειαστεί για να ηρεμήσεις. Μην ανησυχείς, λοιπόν. Είσαι - και εδώ - κάτοχος και νομέας. Μπορείς να κοιμάσαι ήσυχος, ανακουφισμένος, οχυρωμένος.

Και ανώτερες ακόμη λειτουργίες του ανθρώπινου εγκεφάλου, ιδιότητες άγνωστες στα άλλα ζώα, όπως η απόλαυση της τέχνης, είναι σ’ αυτό το πολιτισμικό μοντέλο υπηρέτες της ικανοποίησης του ατόμου, της ατομικής ηδονοθηρίας. «Ακούω μουσική μόνος μου», «εγώ με το iPod μου», «τη βρίσκω» μακριά από ενοχλητικές παρουσίες, «φτιάχνομαι», «έρχομαι στα high μου».

Και εκεί όπου το μήνυμα πρέπει να είναι - περισσότερο από οπουδήποτε - σύντομο, εναργές και μετρήσιμα τελεσφόρο, εκεί που πρέπει να πείσει για άμεση και κατεπείγουσα ηδονοθηρία, στις διαφημίσεις, η λέξη με την ισχυρότερη ίσως πρωτογενή μαγγανεία, αυτή που κάνει να γυρίζουν κεφάλια και να προσανατολίζονται μονομιάς συνειδήσεις ως μυριάδες πυξίδες προς τον μαγνητικό βορρά, η πιο δημοφιλής ίσως και με την μεγαλύτερη αμεσότητα στην έκφραση επιθυμιών, είναι το «θέλω». «Θέλω» αυτό, «θέλω» το άλλο, «θέλω» εκείνο. Και όλα αυτά τα «θέλω τώρα», επιτακτικά, χωρίς καθυστέρηση, δίχως αναβολή. Οξύς ο πέλεκυς του κυνισμού και γραμμική η σχέση: “Spray more, get more”. More and more and more. Η προβληματική που τυχόν αναπτύσσεται είναι επιτρεπτό (ορθόδοξο) να αφορά μόνον την αποτελεσματικότερη μέθοδο ατομικής απόκτησης. Πώς θα τα δώσεις ει δυνατόν όλα, θα παλέψεις για την ατομική κατοχή και νομή, πώς θα αναλωθείς βουλιμικά σ' αυτό, χωρίς όμως και να περιθωριοποιήσεις, να εξοβελίσεις εκτός παιδιάς τους άλλους, γιατί πρέπει και αυτοί να κάνουν την δική τους ατομική προσπάθεια, (ως έχουν δικαίωμα). Τα υπόλοιπα είναι ανόητοι ρομαντισμοί. Οι επιτυχημένοι διαφημιστές δεν κάνουν ποτέ λάθος. Είπαμε, είναι στη φύση μας...

Αλλά και οι θρησκείες, σ’ αυτό το πολιτισμικό παράδειγμα, επιστρατεύονται για να υπηρετήσουν την ατομική χρησιμοθηρία, και μάλιστα στο πιο κρίσιμο για την αμφισβήτησή της σημείο, το θάνατο, την απειλή της αναπόδραστης κατάλυσης του εγώ. Του εγώ που σε διάφορες παραλλαγές και με διάφορες μάσκες βρίσκεται παντού, ακόμα και εκεί που κατ’ όνομα πατείται. Κάποιοι θα πουν: «Καλά όλα αυτά περί κανόνων και νόμων, και ωραία ρυθμισμένα και ορθολογικά, αλλά αφού υπάρχει θάνατος; Αν το εγώ καταλύεται κατά τον θάνατο, αν όλα τελειώνουν σε δύο μέτρα γης, μήπως πρέπει να γράψω στα παλιότερα των υποδημάτων μου τους κανόνες που συντηρούν την κατ’ επίφασιν κοινωνία σε στοιχειώδη συνοχή και να ριχτώ με τα μούτρα στις απολαύσεις, σαν λύκος στις ματωμένες σάρκες, παραμερίζοντας άλλους διεκδικητές; Έτσι κι αλλιώς, μετά το «εν τόπω χλοερώ», γαία πυρί μειχθήτω...»

Αυτό όμως θα καθιστούσε τις «κοινωνίες» ζούγκλες, θα οδηγούσε στην απώλεια οποιουδήποτε ελέγχου, στην εξαγρίωση, και θα απέβαινε τελικά και ατομικώς επιζήμιο, θα έβλαπτε τα περισσότερα άτομα αντί να τα ωφελήσει. Έρχεται λοιπόν η θρησκεία να σε καθησυχάσει και - προτείνοντάς σου επιτρεπτούς κώδικες συμπεριφοράς επενδεδυμένους με υπερκόσμιο κύρος - να σε φιλοδωρήσει με πόντους ατομικής αξιομισθίας, πόντους που θα εξαργυρώσεις στην Άλλη Ζωή, εκεί που (ασφαλώς, και βέβαια) θα παραταθεί εσσαεί, θα διαιωνισθεί η ατομική σου ύπαρξη. Όλα μπαίνουν λοιπόν σε τάξη και το άτομο μπορεί να συνεχίσει να ζει και να αγωνίζεται για ένα δικαιότερο «κοινωνικό» σύστημα, μια ορθολογικότερη κατανομή των ατομικών απολαύσεων, θωρακισμένο μέσα στις ατομικές του βεβαιότητες, ανίκητο. Η (αμαρτωλών) σωτηρία είναι βέβαιη αν τηρηθούν κάποιες αρχές. Και είναι, ασφαλώς, ατομική. Όπως όλα τα έχοντα αξία στον κόσμο αυτό...


Αυτή, κατά το μάλλον ή ήττον, η αντίληψη για το υπάρχειν εν κοινωνία, αντίληψη ατομοκεντρική, αναπαράγεται σε διάφορες παραλλαγές απ’ άκρου εις άκρον της Γης. Αυτό επιδιώκεται, εκεί όπου δεν έχει ακόμα στοιχειωδώς επιτευχθεί: «Nα έχουμε μια δικαιότερη κοινωνία ώστε το άτομο να μπορεί να... κτλ. κτλ.)». Αναζητήσεις μιας διαφορετικής κοινωνίας, από ανθρώπους που αισθάνθηκαν στενά τα όρια μιας τέτοιας πρότασης πολιτισμού, γρήγορα νοθεύτηκαν, συχνά εν τω γεννάσθαι. Κάθε προσπάθεια καταλύσεως των δεσμών της ατομικής αυτοεξορίας κατέληξε σε ταχύτατη (αν και πολλές φορές δυσδιάκριτη) αλλοίωση του χαρακτήρα της και απαξιώθηκε όταν είτε (1) χρειάστηκε να δικαιολογήσει την αξία της με όρους του ατομικώς χρήσιμου (πχ. θρησκεία: «βοήθα τον συνάνθρωπό σου για να πας στον παράδεισο») είτε (2) την κίνηση του προσώπου προς το έτερον από κίνηση ελευθερίας την αλλοτρίωσε σε κίνηση βίαιου πειθαναγκασμού, σε στανική πολτοποίηση σε μια απρόσωπη «μάζα», σε κατάλυση όχι της ατομικότητας αλλά της ετερότητας των προσώπων (πχ. κομμουνισμός).

Αυτό το κυρίαρχο, σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά, πρότυπο συστάσεως κοινωνικού κυττάρου το πήραν οι Αμερικανοί από τον Παλαιό Κόσμο, του βάλανε λίγη παραπάνω ελευθερία στις ατομικές επιλογές, δύο μεζούρες παραπάνω δόση κινήτρων ατομικής αποδοτικότητας και βγάλανε μια γενναία δόση κρατικού παρεμβατισμού. Και φτιάξαν αδιαμφισβήτητα την πιο επιτυχημένη συνταγή, το αποτελεσματικότερο και εσωτερικώς συνεπέστερο σύστημα, αυτό που παράγει περισσότερη τεχνολογική εξέλιξη και υλική ευμάρεια και εν τέλει υπόσχεται περισσότερη ηδονοθηρία από οπουδήποτε αλλού. Δεν σας το κρύβω: εκεί θα προτιμούσα να ζω και εγώ.

Δεν είμαι αντι-Αμερικανός, αντιθέτως. Αισθάνομαι ότι χρωστάω πολλά στους Αμερικανούς. Όπως επισημάνθηκε και από αναγνώστη, γράφουμε σε χώρο που μας παρέχεται (δωρεάν) από Αμερικανούς. Έχουμε internet χάρις στους Αμερικανούς, θα συμπλήρωνα εγώ, ενώ θα ήμουν τυφλός και αγνώμων αν δεν ανέφερα ότι στην επιστήμη μου η πιο συστηματική προσπάθεια συλλογής και ταξινόμησης της διεθνούς βιβλιογραφίας έχει γίνει από Κρατική Βιβλιοθήκη των ΗΠΑ και βρίσκεται (αφιλοκερδώς) στο διαδίκτυο. Είναι, δε, τόσο καθολική η αποδοχή της, ώστε να θεωρούνται σημεία αναφοράς για την επιστημονική αξιολόγηση διάφορες θεσπισμένες παράμετροι της παρουσίας του καθενός μας εκεί.

Τα πήγαν καλά λοιπόν οι Αμερικανοί, σε κάθε παράμετρο του λογιζόμενου ως σύγχρονου πολιτισμού. Θα αποικίσουν και πρώτοι από τους ανθρώπους το σύμπαν. Αν αυτό είναι το ζητούμενο, αν ο σύγχρονος δυτικός τρόπος ζωής ρυθμίζει απολύτως τα του βίου και απαντά οριστικά στις θεμελιώδεις αναζητήσεις της έλλογης ύπαρξης, αν σε τίποτε δεν μπορούμε (ή δεν βλέπουμε τον λόγο) να διαφοροποιηθούμε από αυτόν, αν ένας παράδεισος πραγμάτωσης, ολοκλήρωσης, μεταρσίωσης του ατόμου είναι ό,τι καλύτερο μπορούμε να ονειρευθούμε, ας τον αντιγράψουμε κατά γράμμα, και μαζί με αυτόν και την γλώσσα του: την γλώσσα των νικητών. Άλλωστε, όλα τα άλλα τα έχουμε ενσυνείδητα ή ασυνείδητα υιοθετήσει. Μολύνουμε ως Αμερικανοί (και χειρότερα ίσως), καταναλίσκουμε ως Αμερικανοί, σκεπτόμαστε, ερωτευόμαστε, προσευχόμαστε και ελπίζουμε ως Αμερικανοί. Τόσο που ο αντι-Αμερικανισμός μας να κρύβει ατέχνως γενναίες δόσεις συμπλέγματος κατωτερότητας.


Αν πάλι έχουμε την υποψία ότι η διαρκής βελτίωση ενός ατομοκεντρικού μοντέλου - χωρίς να θιγεί ο πυρήνας του - δεν είναι υποχρεωτικός μονόδρομος, δεν δίνει επαρκή απάντηση σε όλα, ας απορροφήσουμε κριτικά, δημιουργικά, όσα στοιχεία του δυτικού τρόπου ζωής (που έτσι κι αλλιώς εμπεριέχει θεμελιώδεις παραμέτρους εκπολιτισμού του ανθρώπινου θηρίου) κρίνουμε σκόπιμο. Και ας αναζητήσουμε και σε άλλους πολιτισμούς και άλλες εκφορές λόγου αλλά και σε καινό λόγο, σε διαφορετικές εμπειρίες του υπάρχειν και κοινωνείν, το γνήσια νεωτερικό. Αυτό που καλύτερα θα μπορούσε να ικανοποιήσει τις αναζητήσεις όσων αρνούνται πεισματικά να ευθυγραμμισθούν με τις υπαγορεύσεις της ζωώδους άλογης φυσικής νομοτέλειας, έστω και στην πιο εκλεπτυσμένη της μορφή. Ας ψάξουμε, ψηλαφώντας στο σκοτάδι, μακριά από έτοιμες λύσεις και αναμηρυκασμένες τροφές. Ας γράψουμε και δύο αράδες διαφορετικές, δικές μας, σε μια λευκή σελίδα. Και αν ό,τι βγει είναι μια αγωνιώδης κραυγή επιθυμίας λύτρωσης από τις χρυσές αλυσίδες του εαυτού μας, δεν πειράζει αν είναι άτεχνη, παράφωνη, κακόηχη. Αρκεί να μην αποδειχθεί - για πολλοστή φορά - ότι είναι ο ατομισμός μας και πάλι που ουρλιάζει, μεταμφιεσμένος επιδέξια.


Υ.Γ.(1): Όσοι είχαν το κουράγιο να διατρέξουν τις γραμμές αυτές μέχρι τέλους, ας με συγχωρήσουν αν τους απογοήτευσα. Δεν έχω υπόβαθρο φιλοσοφίας ούτε κοινωνιολογίας και ίσως για τον έχοντα την εμπειρία των επιστημών αυτών τα προηγούμενα να φαίνονται αφόρητες κοινοτοπίες ή ερασιτεχνικές ακροβασίες. Ούτε διακρίθηκα για την οικονομία του λόγου. Αλλά δεν μπορούσα να γράψω λιγότερα!
Υ.Γ.(2): Οι πίνακες είναι της Kristin Gustavson.
Υ.Γ.(3): Το προηγούμενο post είναι ανοικτό για τυχόν σχόλια που αφορούν και το τρέχον.

Thursday, August 02, 2007

Συνάντηση

...Ή αλλιώς:
εκεί όπου συναντιέται η γερμανική παραγωγή με την ελληνική κατανάλωση...




Wednesday, May 23, 2007

Ολιγαρκής; Ρομαντικός;


...Ή κακομοίρης;

Περνώντας τακτικά από ένα γραφικό στενό της περιοχής μου είδα αυτό το συμπαθητικό Fiatάκι. Μια γριούλα 35 χρόνων, ζωντανό απολίθωμα της αυτοκινητοβιομηχανίας του '70 (ή της προηγούμενης;) και μαρτυρία μιας άλλης Ελλάδας και μιας διαφορετικής εποχής.

Υπάρχουν τέτοια "σαραβαλάκια" στην Αθήνα, αλλά συνήθως εγκατελειμμένα. Κείτονται σκονισμένα, σκουριασμένα, με ξεφουσκωμένα λάστιχα, συνχνά απογυμνωμένα απ' οτιδήποτε δυνητικά χρήσιμο. Θα τα δεις με μισάνοικτο καπώ, τα "σπλάχνα" να λείπουν, σαν κακοσυντηρημένες μούμιες, νεκροί "ξεπεσμένης" άλλοτε αριστοκρατικής οικογένειας, που δεν διέθετε πλέον τα απαραίτητα για "1ης τάξεως" ταρρίχευση.

Το Fiatάκι όμως είναι ακόμα δραστήριο. Καλοπλυμένο και γυαλισμένο, με το καροσσερί σε άριστη κατάσταση, το σαλόνι του αξιοπρεπές και καθαρό και ακόμα και τις ζάντες προσεγμένες. Τα σήματα των τελών κυκλοφορίας φιγουράρουν σιδηρόδρομος το ένα δίπλα στο άλλο κολλημένα στο παρμπρίζ, με το τελευταίο να δείχνει ότι το αυτοκίνητο κυκλοφορεί περήφανα και φέτος, διεκδικώντας μια θέση δίπλα στα υπερσύγχρονα τρισέγγονά του. "Σαραβαλάκι" υπέργηρο αυτό, ανάμεσα στα μοδάτα αυτοκίνητα πόλης (αυτοκίνητα υποτίθεται πόλης, που σε κάθε face lift μεγαλώνουν κατά μερικά εκατοστά, σε πλήρη αντίθεση με την αρχική φιλοσοφία τους, μάλλον για να χωρέσουν το προοδευτικώς ογκούμενο εγώ των ιδιοκτητών τους), τις λιμουζίνες με τους είκοσι αερόσακκους και τα δερμάτινα σαλόνια, τα "φτιαγμένα" αγωνιστικά με τους μαρσπιέδες και τις θορυβώδεις εξατμίσεις, τα ανοιχτά διθέσια με τους επίδοξους playboy οδηγούς τους.

Μ' αρέσει να κάνω σενάρια για τον οδηγό του, την προσωπικότητα, τον χαρακτήρα του. Ίσως να μην έχει την οικονομική άνεση να το αντικαταστήσει με κάποιο πιο σύγχρονο. Αλλά πάλι, τα δάνεια να 'ναι καλά. Ίσως πάλι να το λατρεύει, να είναι γι' αυτόν ζωντανή ανάμνηση μιας εποχής που την αναπολεί με ιδιαίτερη νοσταλγία.

Ίσως τέλος να είναι ολιγαρκής, να θεωρεί ότι αφού το αυτοκίνητο δεν έχει τελειώσει τις ημέρες του και συνεχίζει να εξυπηρετεί τον σκοπό του (π.χ. κίνηση εντός πόλεως) δεν υπάρχει λόγος αντικαταστάσεώς του. Μετά βεβαιότητος και ανεξαρτήτως ισχύουσας εκδοχής, θα έχει υποστεί τα πάνδεινα από το περιβάλλον του ο συγκεκριμένος οδηγός. Πόσες και πόσες φορές θα τον έχουν παρακινήσει με περισσότερο ή λιγότερο διακριτικό τρόπο να "αναβαθμιστεί". "Έλα μωρέ, πέταξέ το, πάρε ένα ..., ένα ... (στα αποσιωπητικά γνωστά μοντέλα πόλης), σε ρίχνει αυτός ο κουβάς, μην είσαι κακομοίρης!".

Μάλλον όμως ο οδηγός μας, ανεξαρτήτως εκδοχής, θα σκέφτεται ότι το αυτοκίνητο δεν είναι μόνον "μόστρα", επίδειξη, γκομενιλίκι, περιφορά εγωισμού ανά τους δρόμους και τις λεωφόρους, αλλά και (ίσως κυρίως) συναίσθημα, ιστορία, αναμνήσεις, προσωπκό στίγμα. Και, ακόμη - ακόμη, είναι πιθανόν να ανήκει σε εκείνη την μειοψηφία των Ελλήνων πολιτών που έχει μάθει να περνά με αυτά που έχει και να μην "τα θέλει όλα και τώρα", να μην ζει για να καταναλώνει αφειδώς, και μάλιστα με δανεικά, προϊόντα που παράγονται από άλλους.

ΥΓ.: Αγαπώ τα αυτοκίνητα (και ιδιαιτέρως τα σπορ). Αλλά η αυτοκίνηση πρέπει, νομίζω, να είναι χαρά, ΟΧΙ καταναλωτικός οίστρος που να απειλεί να μας πνίξει στις πόλεις. Και βεβαίως ΟΧΙ τρόπος επίδειξης. Τα αυτοκίνητα ΔΕΝ είναι ρούχα, να τα αλλάζουμε κάθε χρόνο και να τα φοράμε ασσορτί με το ντύσιμο. Πολλώ δε μάλλον που δεν τα παράγουμε (ούτε αυτά) εμείς...

Και για του λόγου το αληθές (περί αγάπης για τα σπορ αυτοκίνητα), να κάτι που μου αρέσει: Το BMW CS Concept...

Saturday, May 19, 2007

Αξιώσεις (υπερ)κατανάλωσης

Ποια είναι τα επίπεδα κατανάλωσης που ο μέσος Έλληνας θεωρεί σήμερα συμβατά με την οικονομική του κατάσταση και αυτή της χώρας μας; Ποια κατά συνέπεια επίπεδα κατανάλωσης θεωρεί ότι δικαιωματικά διεκδικεί ακόμη και όταν με τις αμοιβές του δεν τα επιτυγχάνει;

Η απάντηση δεν είναι προφανής. Η ελληνική κοινωνία, όπως και κάθε άλλη, είναι ένα μείγμα ανθρώπων με αποκλίνουσες οικονομικές δυνατότητες. Επιπλέον, οι σταθερές ποιότητας ζωής αλλάζουν από εποχή σε εποχή. Κάποτε το αυτοκίνητο ήταν αντικείμενο πόθου για τους πολλούς, τώρα πνιγόμαστε από τον αριθμό των τετρατρόχων στις πόλεις. Και οι συσκευές κινητής τηλεφωνίας, στα χέρια ελάχιστων πριν (μόλις) μια δωδεκαετία, συγκέντρωναν τα ζηλόφθονα βλέμματα των υπολοίπων. Τώρα η κατοχή δύο και τριών συσκευών από συνδρομητή είναι μάλλον banalité, δεν συγκινεί πλέον κανένα.

Παρά την διαρκώς διευρυνόμενη γκάμα προϊόντων και υπηρεσιών που έχουμε εντάξει στις «απαραίτητες», θεωρώ ότι έχουμε σε πολλές περιπτώσεις διαβεί το (έστω και ασαφές) όριο που χωρίζει την λελογισμένη κτήση και χρήση από την υπερβολή.

Δείτε τι γίνεται με την χρήση των κινητών τηλεφώνων. Απαντήστε ειλικρινώς τι ποσοστό του χρόνου ομιλίας στα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας αντιπροσωπεύει τις «απαραίτητες» συνομιλίες. Εγώ έχω δώσει την απάντηση, το υπολογίζω σε μόλις 20% (με μετριοπαθείς εκτιμήσεις). Θα μου πείτε «πώς ορίζεις το απαραίτητο»; Στις περισσότερες περιπτώσεις από το αντίθετό του. Οι συνομιλίες που δεν λύνουν κανένα επείγον ή άμεσο πρόβλημα, που θα μπορούσαν σε εύθετο χρόνο να διεξαχθούν από σταθερά δίκτυα, δεν είναι «απαραίτητες». Εξοικειώνουν απλώς τον χρήστη με ένα διαρκές «μπαραμπούρα», μια ακατάσχετη λεκτική διάρροια, που του δίνει την ψευδαίσθηση επικοινωνίας με άλλους. Με κάτι τέτοια, οι λογαριασμοί κινητής τηλεφωνίας έχουν φθάσει να απορροφούν χωρίς ιδιαίτερες αντιδράσεις 20%-30% του ατομικού εισοδήματος. Άκουσα, δε, και το εξής αντ-επιχείρημα: «Καλύτερα να μας τα τρώνε οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας παρά οι γιατροί...» (υπονοείται η ψυχοθεραπευτική δράση των τηλεφωνικών συνομιλιών).

Άλλα παραδείγματα: ΤΑΧΙ. Έχω γνωστούς μου που διαθέτουν τον προσωπικό τους οδηγό ΤΑΧΙ!!! Με μηνιαίες απολαβές περί τα 1000€, δεν διανοούνται εν τούτοις να μπούνε σε Μέσο Μαζικής Μεταφοράς. Για τις μετακινήσεις τους καλούν γνωστό τους οδηγό ΤΑΧΙ, που τους χρεώνει γενναία. «Έλα μωρέ, ΜΕΤΡΟ και τρίχες, πάρε ένα ταξάκι εκεί πέρα να κάνεις τη δουλειά σου!»

Άλλοι χρησιμοποιούν αυτοκίνητό τους ακόμη και για να πάνε στην τουαλέτα. Δεν ξέρουν καν που βρίσκονται οι σταθμοί του ΜΕΤΡΟ (για να μην πούμε για τις γραμμές των λεωφορείων). Πρόσφατα υπέδειξα σε φίλη μου την χρήση του Ηλεκτρικού για να κινηθεί μεταξύ δύο σημείων στην Αθήνα που απείχαν ελάχιστα από αντίστοιχους σταθμούς. Μου αντιγύρισε (με έπαρση) ότι από τη στιγμή που πήρε δίπλωμα δεν ξαναμπήκε σε Μέσο Μαζικής Μεταφοράς.

Κεφάλαιο «διασκέδαση»: Εδώ είμαστε στα φόρτε μας. Τι πρόσωπο στην κοινωνία να έχεις αν δεν μπορείς να κάνεις ένα «αξιοπρεπή» λογαριασμό σε σκυλάδικο, «να κάνεις ζημιά» όπως περήφανα λέγεται... Ή να πιεις τον Σαρωνικό σε αλκοόλ δις εβδομαδιαίως σε clubs... Άλλωστε από τα σκορπισμένα στους πέντε ανέμους χρήματά σου θα φάνε πολλοί: Οι ιδιοκτήτες, οι πάσης φύσεως «προστάτες», και τελικά κάποιοι υπάλληλοι του κράτους ή των δήμων, που εξασφαλίζουν την ασύδοτη εκμετάλλευση των χώρων αυτών, παρά την σωρεία παρανομιών που κατά κανόνα την συνοδεύει.

Θα μου πείτε, γι’ αυτό είναι τα χρήματα, για να ξοδεύονται. Σημασία όμως έχει το πόσα και το πού. Γιατί τα χρήματα που ξοδεύονται μπορούν θεωρητικώς να θέσουν σε κίνηση την παραγωγική μηχανή.

Έχει σημασία λοιπόν:
(1) Αν πρόκειται για χρήματα αποκτηθέντα ή οφειλόμενα, αν είναι δηλ. προϊόν εργασίας ή δανεισμού. Όταν δανειζόμαστε για να διασκεδάσουμε ή να αγοράσουμε το τρίτο αυτοκίνητο ή να εξασφαλίσουμε την αέναη λογοδιάρροια στο κινητό μας (και γενικότερα να εξασφαλίσουμε επίπεδα κατανάλωσης αναντίστοιχα προς τα πραγματικά μας εισοδήματα), οδηγούμε τις τράπεζες στο να δανείζονται με την σειρά τους ξένο χρήμα για να μας δανείσουν (καθώς το χρήμα από εγχώριες καταθέσεις αποταμίευσης έχει σχεδόν εξατμισθεί). Τελικά οι τράπεζες επωφελούνται, έστω και πρόσκαιρα, αλλά, αν δεν αυξάνεται η εγχώρια παραγωγικότητα, το μόνον που επιτυγχάνεται είναι ένας φαύλος κύκλος υπερδανεισμού και εξάρτησης. Και βέβαια, «όποιος χρωστάει δεν μιλάει», και αυτό είναι ακόμα πιο αληθινό στα διακρατικά παιχνίδια εξουσίας.
(2) Τι είδος παραγωγικότητας προάγεται με την κατανάλωση. Η αθρόα αύξηση εισαγωγών απλώς αυξάνει την παραγωγικότητα άλλων χωρών. (Δανείζομαι για να αποκτήσω 4Χ4 γνωστής γερμανικής μάρκας και να πουλάω μούρη; Η τράπεζά μου, από την οποία πήρα το δάνειο, έχει κάθε λόγο να είναι ευχαριστημένη. Το ίδιο, πιθανώς, και η ιαπωνική τράπεζα, από την οποία με τη σειρά της δανείστηκε η τράπεζά μου. Ομοίως και οι Γερμανοί εργάτες που τους δίνω δουλειά. Όσο για την Ελλάδα και τους Έλληνες...) Αν πάλι η υπερκατανάλωση αφορά εγχώριες υπηρεσίες (εσωτερικός τουρισμός, διασκέδαση κτλ.), απλώς αναδιανέμεται το εθνικό εισόδημα, δεν παράγεται καινούριο προϊόν.

Κάποτε ο Έλληνας είχε τρόπο ζωής το να απλώνει τα πόδια του μόνον μέχρι εκεί που έφθανε το πάπλωμά του. Μήπως σταδιακά και ανεπαίσθητα μετατραπήκαμε σε Λουδοβίκους και Αντουανέττες, με καταναλωτικές αξιώσεις ξεπε-σμένης μπουρζουαζίας;

Σήμερα κατισχύει το δόγμα του «τα θέλω όλα και τα θέλω τώρα». Από αυστηρά οικονομικής απόψεως, αυτό αυξάνει την εξάρτηση της χώρας μας από τον εξωτερικό δανεισμό και αδυνατίζει την διαπραγματευτική μας θέση στη διεθνή σκηνή. Αλλά και σε επίπεδο ανθρώπινης ποιότητας, αυτή η αλλαγή αντιλήψεων και προτεραιοτήτων με κατεύθυνση τον υπερκαταναλωτισμό εξαγριώνει τα ήθη.

Αυτός που θεωρεί ότι στη λίστα των απαραίτητων της ζωής εντάσσεται αυτοδικαίως κάθε καταναλωτικό του καπρίτσιο, είναι αποφασισμένος να μεταχειριστεί όποιο μέσο απαιτηθεί για να υποστηρίξει αυτό το πρότυπο ζωής. Η απάτη, ο χρηματισμός, ο εκβιασμός, η παρανομία είναι τότε οι δρόμοι από τους οποίους υποχρεωτικά θα περάσει, αργά ή γρήγορα.